Tuesday, January 10, 2012

Παλιες πληγες...


Η εμφάνιση Του παλιου Φίλου άνοιξε παλιές πληγές.

Σήμερα ξύπνησα και έβαλα τα κλάματα με όλες τις μνήμες εκείνης της εποχής.
Το πόσο απίστευτα απέραντα με πόνεσαν όλοι.
Τόσο που όσο και να έβαζα μπροστά από όλους τη μάσκα της αδιάφορης και όσο κι αν προσπάθησα να το απωθήσω τόσα χρόνια σχεδόν κυριολεκτικά ένιωσα να αιμορραγώ.

Κουλουριάστηκα στο κρεβάτι μου σαν παιδάκι και ρωτούσα με παράπονο γιατί?
Ποιό ήταν αυτό το τεράστιο μου έγκλημα για το οποίο με καταδίκαζαν επανειλημμένα, με πλήγωναν επανειλημμένα μέχρι να ματώσω και να διαλυθώ?
Και μάτωσα και διαλύθηκα και επί 28 χρόνια ζω σαν παρίας στην ίδια μου την ζωή πληρώνοντας για το έγκλημα στο οποίο με καταδίκασαν.

Θεέ μου πόσο πονάει ακόμα!
Σαν φρέσκια πληγή…


Ίσως γιατί εμένα τελικά οι πληγές μου δεν κλείνουν αν δεν ξαναπεράσω όλο τον πόνο απ την αρχή, αλλά διυλισμένο πλέον από όλα όσα είμαι σήμερα.
Αλλά πρέπει να αφεθώ να αιμορραγήσω.
Να αφήσω το πληγωμένο κορίτσι των 17-18 ετών να βγάλει όλο τον πόνο και την αγανάκτηση και τον θυμό και τις ενοχές που κατάπινε και κατάπινε και κατάπινε μέχρι που έγινε τόσα κιλά.


Πολύ βαριά όλα αυτά, σε τραβάνε σαν άγκυρα σ ένα βυθό απόγνωσης κι ανυπαρξίας.

Είναι τόσο γαλήνια και ήρεμα στην ανυπαρξία μέσα και δεν πονάει τόσο φρικτά.
Αλλά …δεν ζεις.
Απλά επιβιώνεις και κοιτάς τις μέρες, την ζωή την ίδια να περνά χωρίς ουσιαστικά να λαμβάνεις μέσα απ αυτά που φέρνει απόλαυση.
Λες κι η καταδίκη τους, που εγώ επέβαλα στον εαυτό μου βέβαια, αφού αφορούσε την απόλαυση μου, έπρεπε να μου την στερήσει για το υπόλοιπο της ζωής μου.

Γιατί?

Γιατί κάποιος καλοθελητής πλησίασε τον Π. και του είπε «Α! Είσαι με τη Λ.? Θα καλοπεράσεις» ή όλους τους υπόλοιπους που τον ρωτούσαν «Πως μπορείς να είσαι μαζί της?»…

Πόσο θά ‘θελα να μπορούσα να ήμουν εκεί, να αγκάλιαζα τη μικρή λ. Να της έλεγα πως δεν εγκλημάτησε επειδή ακολουθούσε τη φύση της, να την προστατέψω σαν σκύλα που είμαι σήμερα δαγκώνοντας λαρύγγια αν χρειαστεί, από όσους έπαιρναν τα δώρα της όχι απλά χωρίς να τα εκτιμούν αλλά φτύνοντας μες τη ζωή και την ίδια της την ψυχή γι αυτά που τους χάρισε.
Πόση αγνωμοσύνη, πόση κακία, πόση βλακεία και πόσα κολλημένα μυαλά!
Θά θελα να την φροντίσω όσο κι όπως δεν την φρόντισε ποτέ κανείς και να πάρω τις βαριές ενοχές από πάνω της, να την αγκαλιάσω και να της δείξω πόσο υπέροχη, ξεχωριστή είναι και πόση αγάπη της αξίζει, κυρίως για τον εαυτό της και όλα όσα ήταν, πριν ρουφήξει όλη τη λογοκρισία τους, το φαρμάκι τους, την τοξικότητα τους και μετατραπεί σε θύμα τους…


Πόσο κουρασμένη είμαι…
Όλη μου η ψυχή γεμάτη πληγές, κακοποιημένη από όλη την κοινωνία.
Δεν αντέχω άλλο πόνο Θεέ μου!

Όταν το σώμα δεν αντέχει τον πόνο, έρχεται η λιποθυμία σαν λύτρωση.
Η ψυχή λιποθυμά με άλλους τρόπους.
Αλλά πάντα δυστυχώς συνερχόμαστε.

Είπα δυστυχώς…η ενόρμηση θανάτου στο μεγαλείο της.
Η απόλυτη λύτρωση από κάθε πόνο…

Πως απ τους βυθούς μπορεί κάποιος να αναδυθεί στην επιφάνεια ειλικρινά δεν ξέρω.
Έπαψα να πλατσουρίζω στους απύθμενους ωκεανούς των φόβων μου, νομιζόμενη πως κολυμπώ χρόνια τώρα.
Και κολυμπώ και κολυμπώ και κολυμπώ...αλλά πουθενά η πολυπόθητη στεριά.

Κι η κούραση μου απέραντη...αλλά συνεχίζω χωρίς πνοή σχεδόν να κολυμπώ, να ξεκουράζω πιασμένη από ύφαλους τα χέρια μου για λίγο, για να συνεχίζω το ατέρμονο μου κολύμπι προς την πολυπόθητη στεριά.